Πέμπτη 15 Φεβρουαρίου 2007

Νέες Υπογραφές - 14/02/2007

Σήμερα υπέγραψαν το κείμενο και οι παρακάτω συνάδελφοι:

  • Γαλάρης Δημήτριος, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
  • Ιορδανίδου Άννα, Πανεπιστήμιο Πατρών
  • Κανελλόπουλος Ν., Ιόνιο Πανεπιστήμιο
  • Κουρέτας Δημήτριος, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
  • Κουτσούμπας Δρόσος, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
  • Κουτσουπιάς Ηλίας, Πανεπιστήμιο Αθηνών
  • Μαζαράκης-Αινιάν Αλέξανδρος, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
  • Μπεζεριάνος Αναστάσιος, Πανεπιστήμιο Πατρών
  • Παπαθεοδωρόπουλος Κώστας, Πανεπιστήμιο Πατρών
  • Πετράκος Γιώργος, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
  • Πηλίδης Γιώργος, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
  • Σίμος Θεόδωρος, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
  • Χρυσανθόπουλος Μιχάλης, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Πως η απώλεια της Δημοκρατίας μας οδηγεί στην ιδιωτικοποίηση και πως μπορεί να βελτιωθεί η ανώτατη εκπαίδευση στην Ελλάδα και στην Ευρώπη

Κουτσερής Ευστάθιος,
Χωροτάκτης Περιβάλλοντος,
Τμ ΜΠΧ και ΠΑ, Παν/μίου Θεσσαλίας


Αν και μέχρι σήμερα η δημοκρατία κάτω από την έννοια του κράτους λειτουργούσε με δυσχέρειες, λόγω μεγέθους σε σχέση με την κλασική εποχή, με το παγκόσμιο χωριό γίνεται εντελώς αδύνατον. Η γέννηση της κοινωνίας των πολιτών, της ηθικής, των κοινωνικών θεσμών, γεννήθηκε από το πλεόνασμα της ελευθερίας. Το δικαίωμα της διαλογής στο πλεόνασμα. Όταν ο άνθρωπος υπερβαίνει τον εαυτό του και γίνεται αλληλέγγυος προς τους άλλους ανθρώπους που δε γνωρίζει και που δε θα συναντήσει ίσως ποτέ. Τότε εφευρέθηκε η Δημοκρατία και η αυτάρκεια της πόλης. Η ιδιωτικοποίηση του κόσμου εξασθενίζει τη δημοκρατία και τη ρυθμιστική ικανότητα των κρατών. Τα παλιά δε όρια εσωτερικού – εξωτερικού εμπορίου – άρχισαν να μεταμορφώνονται σε υπερεθνική οικονομία. Το ίδιο και πολλά εκπαιδευτικά προβλήματα, ενώ η «ηθική θεωρία» της κλασικής εποχής αγνοείται και φαλκιδεύεται με τις νεότερες απόψεις του D. Hume, του J.Bentham και του J.S.Mill, διαμορφώνοντας έναν άλλο τύπο «κλασικού ωφελιμισμού» (Παπανδρέου, Σκούρτος 1999: 38). Στην ιστορία των ανθρώπων, η εθνική κυριαρχία κάθε κράτους και η πολιτική κοινωνική της μορφή αποτελεί μέγιστη κατάκτηση. Σχετίζεται με τα δικαιώματα του ανθρώπου, τις λαϊκές ελευθερίες. Εν συντομία με το κοινωνικό συμβόλαιο. Ενσαρκώνει τη συλλογική βούληση, την ισότητα ενώπιον του νόμου, την αυτονομία των πολιτών. Το κοινοβούλιο και η κυβέρνηση, που εξέλεξαν, είναι κυρίαρχα όργανα: Υπάρχουν για να προστατεύουν τον νόμο και να εγγυώνται την τάξη. Σύμφωνα με τον Machiavelli, αλλά και τον Θουκυδίδη η ελευθερία απειλείται διαρκώς, αφενός από τα ιδιαίτερα συμφέροντα «των φατριών και αφετέρου από τα ανταγωνιστικά κράτη» και αφετέρου σήμερα από τους ‘free riders’.

Θεωρητικά στη σημερινή Δημοκρατία ο πολίτης μπορεί να απομακρύνει τον πολιτευτή που κατέχει εξουσία ή, να τον εξαναγκάσει σε παραίτηση. Αντίθετα η κυριαρχία των ‘γιγαντιαίων οικουμενικών συμφερόντων’ συνιστά μια απλή και αόρατη εξουσία. Η Δημοκρατία τότε επιβάλλεται με τη βία. Δε σχετίζεται με τα δικαιώματα του ανθρώπου, τις λαϊκές ελευθερίες, την αυτονομία των πολιτών. Εμπεριέχει την αλλοτρίωση και τη δουλεία. Μια μεγασυντεχνία η οποία εξουσιάζει μια χώρα του τρίτου κόσμου ή μια ‘μεντιοκρατία’ δεν κυβερνά ίσως για πάντα, αλλά τα θύματά της δεν μπορούν να την ελέγξουν ούτε να την ανακαλέσουν. Και καμιά εξουσία στον κόσμο, εκτός από μια άλλη μεγασυντεχνία ίσως, δε θα μπορούσε να βάλει τέλος στην αυτοκρατορία της. Ο Ζαν Ζακ Ρουσό γράφει: «Στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, το χειρότερο που μπορεί να συμβεί σε κάποιον είναι να εξαρτάται από τη βούληση του άλλου» (Ζιγκλέρ, 2004: 257-262).

Σήμερα πολλοί πολιτικοί όχι μόνο αγνοούν τις βουλές των ψηφοφόρων των, αλλά επιδιώκουν να ελέγξουν ακόμα και τις ατομικές προτιμήσεις τους. Αυτή η χειραγώγηση και ο έλεγχος συμβαίνει να γίνεται σκοπός τόσο στις επιστήμες όσο και σε εκπαιδευτικά ή άλλα θέματα. Έτσι, δήθεν θεωρούμενες ως ελεύθερες και «αληθινές» οι επιστήμες, θα επιβάλλουν έναν παρόμοιο σκοπό στην έρευνα της και στην κοινωνία. Διότι, πολύ απλά, το να απελευθερώσεις σημαίνει να ενδυναμώσεις την δημοκρατία, ενώ το να μεταχειρίζεσαι το χρήμα και την επιστήμη για χειραγώγηση και έλεγχο σημαίνει να καταστείλεις τη δημοκρατία. «Οι θεσμοί κρίνονται στη βάση των συνεπειών που επιφέρουν και όχι στη βάση κάποιας εγγενούς αξίας», ως εργαλεία για την επίτευξη κοινωνικών ή άλλων στόχων (Χέλντ, 2003: 23). Να το πούμε πιο απλά. Αντί να εισηγείται κανείς σήμερα ως στόχο μια καλύτερη δημοκρατία ή ένα καλύτερο κράτος και καλύτερη παιδεία, συχνά ακούμε χωρίς αιτιολογία για λιγότερο ή καθόλου κράτος. Η ουσία μιας ανθρωπιστικής προσέγγισης στη διαδικασία του επιστημονικού σχεδιασμού, βέβαια, βασίζεται στη δημοκρατία: Άνθρωποι που συμμετέχουν και συναποφασίζουν για τα κατάλληλα προγράμματα και σχέδια του μέλλοντος. Μ’ αυτή την έννοια το ζήτημα της παιδείας που μας απασχολεί εδώ, «είναι ξεκάθαρα μια ανθρωποκεντρική προσέγγιση» και ως τέτοια δεν ενδιαφέρεται για τις πολιτικές per se, παρά μόνο όταν και στο βαθμό που οι επιπτώσεις αυτές επηρεάζουν την ανθρώπινη ευημερία και τον πολιτισμό μας. Η επιρροή αυτή γίνεται αναγκαία και θετική, όταν προσδοκάται μια παιδεία με δημόσιο χαρακτήρα προσιτή σ’ όλα τα λαϊκά στρώματα χωρίς να ανατρέπεται η κοινωνική ισορροπία και να προωθείται ο κοινωνικός δαρβινισμός (Παπανδρέου, Σκούρτος, 1999: 23). Αλλά υπάρχει και η αντίθετη άποψη η δεοντολογική. Ο Mill, από τη φιλελεύθερη σκοπιά, στο έργο του για την ελευθερία, λέει ότι το δόγμα του Laissez-faire, της κατ’ αντιστοιχία τωρινής μας παγκοσμιοποίησης, στηρίζεται «σε αρχές εξίσου στέρεες με την αρχή της ελευθερίας», αλλά μέσα στα δικά της όρια, per se. Τι εννοούσε δηλαδή; «Θεωρούσε κάθε περιορισμό στο εμπόριο επιβλαβή - ως περιορισμό - και αναποτελεσματικό, επειδή δεν φέρνει το επιθυμητό αποτέλεσμα, δηλαδή τη μεγιστοποίηση του οικονομικού αγαθού: Το μέγιστο οικονομικό ευεργέτημα για όλους». Το χρήμα (Οn Liberty, σσ. 164-165 στο Χέλντ, 2003: 102). Όχι αυτή η μεταμορφωμένη παιδεία σε χρήμα δεν σχετίζεται με την ελευθερία αλλά με την υποταγή των υποκειμένων καθηγητών και φοιτητών στη παγκόσμια αγορά.

Αλλά παρόλα αυτά που εκθέτουμε εδώ, το αποτέλεσμα της απώλειας της Δημοκρατίας είχε έλθει ήδη. Το ζούμε: Ο ‘δαρβινισμός’ της φύσης που είχε αρχίσει από καιρό να κυριαρχεί στην Οικονομία επεκτάθηκε και στην κοινωνία, χάνοντας ο άνθρωπος των πόλεων την ανθρωπιά του. Η απαλλαγή της κοινωνίας «από κάθε σύστημα ανθρώπινων αξιών», καθήλωσε τον άνθρωπο σε μια συνεχή αδράνεια υποταγμένος στους λεγόμενους νόμους της αγοράς. Ενώ το παγκόσμιο διευθυντήριο, μέσα στις αντιθέσεις του, σήμερα μεριμνά μονόπλευρα για «τη βραχυπρόθεσμη μεγιστοποίηση της οικονομικής κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου, ενισχυμένη από την παραχώρηση στο κεφάλαιο των στρατιωτικών μέσων» (Αμίν, 2004: 28).

Από την άλλη πλευρά είναι γνωστό ότι ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής στηρίζεται στην ιδιωτική κατοχή των μέσων παραγωγής και στο επίπεδο της ανταλλαγής. Στην ουσία, στην άνιση ανταλλαγή μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Στοχεύει στη παραγομένη υπεραξία και στο κέρδος από τα προϊόντα, αλλά όχι επειδή μπορούν να καλυφτούν μακροπρόθεσμα οι ανθρώπινες ανάγκες και επιθυμίες. Επίσης γίνεται συχνά αντιφατικός, τόσο στον τομέα της παραγωγής όσο και στον τομέα της ιδεολογίας. Συνάμα, οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής εμποδίζουν την πλήρη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και επιφέρουν μια σειρά συγκρούσεις και κρίσεις και έτσι συχνά υπονομεύεται «‘από τα μέσα’», ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης του.

Παράδειγμα, μια τέτοια νέα εξουσία εκφοβισμού που αναδύεται από τα μέσα του, διαπιστώνουμε όλο και περισσότερο να την ασκούν αρπακτικά όντα, ενάντια σε δημοκρατικά συγκροτημένες κυβερνήσεις. Η αντίσταση από την έλξη στις φυγόκεντρες δυνάμεις, από την παλιά διαστρωματωμένη συσσωμάτωση απομονωμένων ατόμων που συγκροτούν το κράτος χαλαρώνει. Το ίδιο και ο νόμος. Μερικά κράτη υποτάσσονται και απωθούν την αντίσταση. Σε άλλα, όταν συγκρούονται τα ατομικά συμφέροντα αντίπαλων κοινωνικών τάξεων στην κοινωνία, το οποιοδήποτε ακόμα δημοκρατικό κράτος, προσπαθεί να προασπίσει πρώτα την ελευθερία των πολιτών του. Τούτο το προσπαθεί απεγνωσμένα με τους πολλαπλούς μηχανισμούς του (ανακατανομή εισοδημάτων και κοινωνική ασφάλιση, περισσότερα χρήματα στην παιδεία) και σταθερά να απαλύνει και να καταστήσει πιο βιώσιμη την ασύμμετρη κατάσταση των ατόμων. Ωστόσο το κυριότερο κακό η εξατομίκευση διακατέχει πλέον τους πολιτικούς και τη νεολαία. Τότε οι ‘free riders’ που καραδοκούν αναφωνούν: αφού το ζητάει η αγορά (France,1994).

Μια τέτοια περίπτωση ‘free rider’ αποτελεί και η λεγόμενη ‘ιδιωτική παιδεία’. Κάποιοι από καιρό προσπαθούν να καταρρακώσουν, τόσο κάθε μέχρι δράση δημοσίου συμφέροντος όσο και τη δημόσια εκπαίδευση που μας αφορά εδώ. Τότε η πτώση αυτού το ‘δημοσίου’ θα πέσει πιο εύκολα. Τι επιδιώκει η παγκόσμια Οικονομία σήμερα; Στα δυτικά κράτη τα δημόσια μέσα μεταφοράς, τα ταχυδρομεία, οι τηλεπικοινωνίες έχουν ήδη ιδιωτικοποιηθεί. Με ένα δεύτερο κύμα ιδιωτικοποιήσεων, ακολουθούν τα δημόσια αγαθά, όπως το νερό, ο αέρας, το φυσικό περιβάλλον. Μια τρίτη σίγουρα θα αφορά τα σχολεία, τα πανεπιστήμια, τα νοσοκομεία και σε λίγο και την αστυνομία. Η διαμορφωμένη παγκόσμια πολιτισμική όχι μόνο εξομοίωση αλλά ομογενοποίηση, τείνει να καταστρέψει τις δομές της κάθε επιμέρους πολιτικής κοινωνίας και να επαναφέρει ξανά τη φυσική κοινωνία: Με τη μορφή ενός άγριου παγκόσμιου χωριού. Κράτος που εξαρθρώνει με τη βούλησή του τις πλέον απαραίτητες δημόσιες υπηρεσίες και μεταφέρει στον ιδιωτικό τομέα καθήκοντα που αφορούν το συλλογικό συμφέρον, υποτάσσοντάς τα με αυτόν τον τρόπο στο νόμο της μεγιστοποίησης των κερδών, αποτελεί, για να χρησιμοποιήσουμε την έκφραση του Έρικ Χομπσμπάουμ ένα ‘failed State’, ελαττωματικό και αποτυχημένο κράτος ... Η ιδιωτικοποίηση του κράτους αναιρεί την ελευθερία του ανθρώπου. Εξαφανίζει την ιδιότητα του πολίτη.

Άρα, σημασία έχει, ότι το σημερινό παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο διαμορφώνει εξατομικευμένα άτομα φτωχά, εξαρτημένα, απομονωμένα το ένα από το άλλο. Βρίσκονται ‘ατάκτως ειρημένα’ χωρίς κάποια σημεία αναφοράς, καθώς η ύπαρξη του καθενός καθορίζεται εξολοκλήρου από εξωτερικούς καταναγκασμούς. Τότε το άτομο ωθείται πιο εύκολα στα ναρκωτικά, στο ρατσισμό και σ’ έναν αρρωστημένο σεξισμό Αυτό το άτομο έχει την εντύπωση ότι είναι ελεύθερο. Αλλά δε μπορεί το ίδιο να αναγνωρίσει, μες στον λαβύρινθο των εμπορικών ντετερμινισμών μηνυμάτων που ασκούνται πάνω του, την αλλοτρίωση που το κατέχει και του στερεί την ατομικότητά του. Ο Μαξ Χορκχάιμερ αποκαλύπτει αυτό το νεοφιλελεύθερο ψέμα της ατομικότητας που δημιουργεί το κεφάλαιο:
Η μηχανή απέρριψε τον πιλότο της, τρέχει τυφλά στο διάστημα. Τη στιγμή που φτάνει στο απόγειό της, η λογική γίνεται παράλογη και ηλίθια. Το σχέδιο της εποχής μας είναι η αυτονομία του εγώ, η διατήρησή του, ενώ δεν υπάρχει πλέον εγώ για να διατηρήσουμε και ακόμη…: Η ατομικότητα προϋποθέτει την εκούσια στέρηση άμεσων ικανοποιήσεων υπέρ της ασφάλειας, υπέρ της υλικής και πνευματικής διασφάλισης της ίδιας της ύπαρξής της. Αν ο δρόμος προς αυτά τα σχέδια είναι μπλοκαρισμένος, τότε δεν υπάρχουν παρά ελάχιστοι λόγοι παραίτησης από την κατανάλωση στιγμιαίων και παροδικών απολαύσεων (...).
«Η κοινωνική εξουσία σήμερα είναι, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη χρονική στιγμή, λειτουργία της εξουσίας που ασκείται πάνω σε πράγματα», προσθέτει ο Ζιγκλέρ, σε υλικά ασήμαντα πράγματα, ενώ ο Χορκχάιμερ συμπληρώνει: «Όσο πιο έντονο είναι το ενδιαφέρον που δείχνει ένα άτομο για τα αντικείμενα, τόσο περισσότερο αυτό κυριαρχείται από τα αντικείμενα, τόσο περισσότερο η σκέψη του μετατρέπεται σε μηχανική αντανάκλαση της σχηματοποιημένης λογικής». Συνεπώς, το παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο διαμορφώνει ένα άτομο που δεν έχει καμιά ταυτότητα και κανενός είδους ελευθερία (Ζιγκλέρ, 2004: 217).

Μ’ αυτή την έννοια αποτελεί βεβαιότητα ότι αυτή η τρέχουσα κυβερνητική περίοδος συσσώρευσης από το 1990 και μετά είναι χωρίς ιδανικά, χωρίς πρόταση, χωρίς ιδεολογική ταυτότητα. Τείνει να αναδείξει μια νέα ιδεολογία: Του λεγόμενου ‘τεχνοπεριβάλλοντος’ ή τεχνο-οικονομικού παραδείγματος. Η μάλλον παρουσιάζεται με μία ταυτότητα ‘a la carte’, προκατασκευασμένη ανάλογα με την συγκυρία και με τους οικονομικούς της συνεταίρους - συσσωρευτές, οι οποίοι εκφράζονται μέσα από μία λεγόμενη εκσυγχρονιστική τάξη πολιτικών προς ενοικίαση. Ένα γραφείο ‘rent - a government’. Ένα γραφείο λογιστών και ‘θεσμικών’ που τους δόθηκε κάποτε δανεικό το κράτος για να διαχειριστούν αποτελεσματικά τα συμφέροντα και τις δουλειές των ισχυρών κέντρων εξουσίας. Έτσι, οι λέξεις, ‘ελευθερία, δημοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη, δημόσιο συμφέρον’, αποτελούν για τους ανίσχυρους πλέον έννοιες παρωχημένες, γερασμένες, απολιθωμένες και όσοι επιμένουν να πιστεύουν σ’ αυτές χαρακτηρίζονται ασήμαντες μειονότητες με ύποπτα κίνητρα.

Το νέο πλαίσιο που προωθείται στηρίζεται στο ότι η αγορά κυβερνά και η κυβέρνηση διαχειρίζεται. Δηλαδή, κόβοντας η κυβέρνηση συνεχώς τα νήματα με τα λαϊκά στρώματα, τους εργάτες μισθωτούς, αγρότες, φοιτητές, ακόμα και από τους διανοούμενους (θυμηθείτε, το ψωμί, παιδεία, ελευθερία), υποστηρίζεται απ’ αυτήν μονομερώς μια νέα τάξη. Αυτή των αναδυόμενων νεοαστών - εγχωρίων και ξένων - που αναδημιουργεί τα τελευταία χρόνια ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός. Είναι οι χρηματιστές, τραπεζίτες και οι ιδιοκτήτες των ΜΜΕ και της πληροφορικής, που θέλουν να επενδύσουν στη Παιδεία. Μία τάξη όλο και πιο πλούσια, όλο και πιο ισχυρή - μεταμοντέρνα - μία τάξη χωρίς ταυτότητα: Εθνική, πολιτισμική, ταξική, πολιτική, η οποία όμως διαταράσσει και προκαλεί τα υπόγεια κοινωνικά ρεύματα. Τη βλέπουμε να προωθεί από τη μια μεριά μια δαρβινική βαρβαρότητα και από την άλλη ν’ αφήνει την κοινωνία ανυπεράσπιστη, ώστε να καθοδηγείται πιο εύκολα μέσω του θανατηφόρου ιού της ιδεολογικής και πολιτικής ανορεξίας. Τότε ο δηλητηριώδης εναγκαλισμός εθνικιστικών και νέο - λαϊκίστικων αντιλήψεων, που παραμονεύουν, γίνεται αναπόφευκτος. Στη φάση αυτή είναι σχεδόν βέβαιο ότι η αποκοπή από τις πηγές της πολιτιστικής παράδοσης που προωθείται θα οδηγήσει τον άνθρωπο στην επίκληση των ΜΜΕ για βοήθεια. Αυτά τα ΜΜΕ όμως είναι τα ίδια διαταραγμένα ψυχολογικά. Το παθολογικό το μετατρέπουν σε υγιές και το ασήμαντο σημαντικό! Στην ουσία παρέχεται μ’ αυτή τη λογική μια ισχυρά συμβολή σε μια τεχνητή ‘απορρύθμιση’ όπως γράφει και ο Αμίν και στο κράτος ρυθμιστή της συναίνεσης των ‘ψευτοεκσυγχρονιστών’. Έτσι από την ανθρωποκεντρική κοινωνία του ‘παν μέτρον άνθρωπος’ καταλήγουμε στον άνθρωπο που συμμετέχει σε μια εγωκεντρική κοινωνία του προσωπικού κέρδους, η οποία όμως αντιμάχεται την ισονομία και το υγιές. Τι μπορεί να προταθεί τελικά στην πράξη; Εδώ βρίσκεται το δίλημμα αυτού του φαύλου κύκλου. Εμείς στρεφόμαστε προς την απελευθέρωση της Δημοκρατίας και το δικαίωμα της διαλογής στο πλεόνασμα που το παρέχουν ο πολιτισμός μας και το υποστασιακό κράτος της Ελλάδας.

Σε μια τέτοια περίπτωση αναδιανομής εισοδημάτων, το δίλλημα που τίθεται από καιρό είναι: Από τα μάζα της υπεραξίας, που παράγεται σε μία κοινωνία, αντλείται η φορολογία, και λειτουργεί το κράτος. Δεν δύναται όμως το κράτος ούτε να αυξήσει σημαντικά τη φορολογία, διότι θα μειωθεί το κέρδος του ιδιωτικού κεφαλαίου!, ούτε και να τη μειώσει διότι πως θα λειτουργήσει; Υποστηρίζεται παλαιότερα από πολλούς, ότι «η αντιφατική αυτή λειτουργία, αυτή των κρατικών δαπανών, είναι η πηγή κρίσης του σύγχρονου κράτους ευημερίας και ένας από τους σημαντικότερους συντελεστές της συνολικότερης κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος» (βλ. τη σχετική συζήτηση στο Καράγιωργας 1979: 501-515, και ειδικότερα Ο’ Connor 1977: 19 ή κεφ. 4-6: 109-184 στο Ανδρικοπούλου, Καυκαλάς, 1987: 7, βλ. και Ο’ Connor στο Κήπας, 2004: 111-117). Θεωρητικά διακρίνονται στις παραγωγικές ή αναπαραγωγικές δαπάνες κεφαλαίου και στις δαπάνες κοινωνικών εξόδων. Οι δεύτερες διακρίνονται σε δαπάνες κοινωνικής επένδυσης (π.χ., υποδομές) και κοινωνικής κατανάλωσης (π.χ. παιδεία, ασφάλιση). Και οι δύο οδηγούν, αυξάνουν τη ρύθμιση περιφερειακής πολιτικής, αλλά δεν είναι της ώρας να το αναλύσουμε. Μπορούμε όμως να τονίσουμε τη διαφορά της Ελλάδας με τη Ιρλανδία τα τελευταία 26 χρόνια στην ΕΕ. Η πρώτη έριξε το βάρος της ανάπτυξης στις υποδομές η δεύτερη στην παιδεία και στην εργασία. Εφόσον μέχρι τώρα η Ελλάδα υστερεί στη δεύτερη εκεί οφείλει να ρίξει το βάρος.

Είπαμε ότι: «Οι θεσμοί κρίνονται στη βάση των συνεπειών που επιφέρουν και όχι στη βάση κάποιας εγγενούς αξίας», αλλά ως εργαλεία για την επίτευξη κοινωνικών ή άλλων στόχων. Η υλική μηχανή επέτρεψε τον Νεύτωνα να διατυπώσει τους νόμους της παγκόσμιας μηχανικής των σωμάτων. Αποτέλεσαν τα θεμέλια της κλασικής φυσικής. H φύση κάνει άλματα: Τονίζουν πολλοί (naturam facit saltum). Που σημαίνει μεγάλες αλλαγές. Αυτός είναι ο στόχος μας σήμερα για την παιδεία: Μεγάλη ανατροπή και αλλαγή προς τη μόρφωση και όχι την ‘παρα – μόρφωση’.

Δεδομένου ότι η πολιτική της κάθε κυβέρνησης εξαρτάται και σε μεγάλο βαθμό από την ευρωπαϊκή εκπαιδευτική πολιτική και από την πολιτική της ΠΟΕ στον τομέα των υπηρεσιών, τα αιτήματα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν συντονισμένα και με τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Αλλά, πολλά παραδείγματα της πολιτικής της ΕΕ, διαπιστώνει κανείς να είναι επηρεαζόμενα όλο και περισσότερο από τις γενικές παγκόσμιες συνθήκες (π.χ τροποποιημένα γενετικά και ιδιωτικοποίηση φυσικών πόρων κοινής ωφέλειας, φαρμακευτικά είδη πρώτης ανάγκης) και την ΠΟΕ. Αφού οι ασφαλιστικές εταιρίες όμως αδυνατούν να καλύψουν το μακροπρόθεσμο κίνδυνο, εμείς γιατί πρέπει τα τροποποιημένα γενετικά να τα αποδεχθούμε σήμερα; Να μην πλανάται κανείς, όταν ακούει ότι γίνονται διαπραγματεύσεις, μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ ή μεταξύ των αντιπροσώπων των κρατών στην ΠΟΕ, ότι αποφασίζουν αυτά τα κράτη ή οι τεχνοκράτες της ΕΕ. Μόνο τους φακέλους ετοιμάζουν για τους θεσμικούς των ΗΠΑ και την επιτροπή 133 της ΕΕ, αντίστοιχα. Τελικά από πίσω με μια τεχνική παρέμβαση αποφασίζουν «οι διακόσιες ισχυρότερες υπερηπειρωτικές εταιρίες του πλανήτη, οι οποίες ελέγχουν περισσότερο από το 25% του ακαθάριστου παγκόσμιου προϊόντος», ενώ ένα μεγάλο μέρος κρατών είναι σα να μην υπάρχει, οικονομικά[1] (Ζιγκλέρ, 2004: 138-148).

Μια απ’ αυτές τις πολιτικές αποσκοπεί κυρίως στην μετατροπή της εκπαίδευσης από κοινωνικό και δημόσιο αγαθό σε εμπόρευμα και στη διαμόρφωση ενός διεθνούς εργατικού δυναμικού "ευέλικτου και "απασχολίσιμου" και χωρίς εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα (μονιμότητα, ασφάλιση, σταθερό ωράριο, συνδικαλισμός). Αυτό το τελευταίο μας βρίσκει τελείως αντίθετους και ενώνουμε τις δυνάμεις μας με κάθε αντιτιθέμενο. Ο κύριος στόχος μας είναι μια καλύτερη δημόσια παιδεία.

-----------------
[1] Το ποσοστό του διεθνούς εμπορίου των σαράντα εννέα χωρών του κόσμου, μόλις αγγίζουν το 0,5%. Η τεράστια πλειονότητα των φτωχότερων χωρών είναι αγροτικές. Το νότιο ημισφαίριο φιλοξενεί το 87% των αγροτών του κόσμου. Οι χώρες του Βορρά, με υψηλή αγοραστική δύναμη, κλείνουν τις αγορές τους στα αγροτικά και αγροδιατροφικά προϊόντα του Νότου.

Ταυτόχρονα, οι κυρίαρχες χώρες του ΠΟΕ επιδοτούν μαζικά την παραγωγή και τις εξαγωγές πολλών αγροτικών προϊόντων τους. Αυτά τα πλεονάζοντα προϊόντα ξεχύνονται προς τον τρίτο κόσμο και προκαλούν τότε την καταστροφή των εύθραυστων αυτοχθόνων αγροτικών δομών. Το 1998, οι επιδοτήσεις των αγροτών στις χώρες του ΟΟΣΑ, ξεπέρασαν, για πρώτη φορά, το αστρονομικό ποσό των 330 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Έκτοτε συνεχώς αυξάνονται (ibid, 2004: 138-148).

Ανώνυμος είπε...

Ιωάννινα, 15. 02. 2007

Αγαπητοί Συνάδελφοι της "Πρωτοβουλίας",

Έστω και καθυστερημένα θέλω με την υπογραφή μου να εκδηλώσω την υποστήριξή μου τόσο στο πνεύμα και τα σημεία της "Διακήρυξης" όσο και γενικότερα στις μέχρι σήμερα δημόσια γνωστές δράσεις των πρωτεργατών της "Πρωτοβουλίας".
Τα Πανεπιστήμια πρέπει να λειτουργήσουν άμεσα όπως ορίζει το αντίστοιχο ισχύον θεσμικό πλαίσιο και επιβάλει η απλή λογική και η στοιχειώδης έννοια δημοκρατικής και κοινωνικής συμπεριφοράς και κυρίως χωρίς αυτόκλητους και αυτοπροσδιοριζόμενους "εκπροσώπους" και πατρώνους των συμφερόντων της παιδείας και του τόπου. Και μετά να προχωρήσουν άμεσα και χωρίς περιττές καθυστερήσεις και προφασικές γενικόλογες διακηρύξεις "αρχών" (=κωλυσιεργίες) οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για ποιοτική αναβάθμιση στη βάση της αξιολόγησης του έργου μας με όργανα και οράματα, που καταργούν την αυτοτροφοδοτούμενη εσωστρέφεια και στοχεύουν στο διεθνές περιβάλλον.

Με εκτίμηση

Ιωάννης Μπασούκας
Αναπλ. Καθηγητής Δερματολογίας
Πανεπ. Ιωαννίνων